- ἠερόεντα
- ἠερόειςcloudyneut nom/voc/acc pl (epic)ἠερόειςcloudymasc acc sg (epic)
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
TARTARUS — fluv. Venetiae, ex Athesi in Padum per Hadriae fines decurrens; unde unum ex Padi ostiis Tartarum a Plinio, l. 3. c. 16. nominatur. Est et Tartarus, et Tartara numer. plural. locus inferorum a poetis plurimum celebratus, in quo sontes plectuntur … Hofmann J. Lexicon universale
ζόφος — ο (AM ζόφος, ὁ και μτγν. ζόφος, εος, τό) 1. βαθύ σκοτάδι, σκοτεινιά 2. μτφ. βαθιά μελαγχολία, θλίψη, κατήφεια («ζόφος ψυχής») μσν. ζοφερή σκέψη, πονηρό, αμαρτωλό διανόημα αρχ. 1. το σκοτάδι τού κάτω κόσμου, η σκοτεινιά τού Άδη («ἐγώ δ ἄπειμι γῆς… … Dictionary of Greek
ηερόεις — ἠερόεις, εσσα, εν (Α) (επικ. και ιων. τ. τού άχρ. ἀερόεις) 1. νεφελώδης, σκοτεινός, ζοφερός («ἠερόεις Τάρταρος», Ομ. Ιλ.) 2. (για ασθενή) ωχρός, πελιδνός («χροιήν ἠερόεσσαν», Νίκ.) 3. (επίθ. για τον όναγρο) ταχύς 4. φρ. «ἠερόεντα κέλευθα» η… … Dictionary of Greek